ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΑ ΕΙΔΗ
& ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
Την περασμένη σχολική χρονιά οι μαθητές της Ε΄ και της Στ΄ τάξης υλοποίησαν με τη βοήθεια των δασκάλων τους πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Το θέμα ήταν: "Απειλούμενα Είδη και Προστατευόμενες Περιοχές", και σκοπός του προγράμματος να ευαισθητοποιηθούν τα παιδιά, οι γονείς και η τοπική κοινωνία για ένα από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα της σημερινής εποχής, την ταχύτατη εξαφάνιση των ειδών της άγριας ζωής, που γίνεται πλέον με πρωτοφανείς ρυθμούς.
Οι μαθητές μελέτησαν και γνώρισαν περιοχές της πατρίδας μας με μεγάλη οικολογική σημασία, και κατανόησαν την ανάγκη ουσιαστικής προστασίας τους. Ήρθαν σε επαφή για πρώτη φορά με την έννοια της βιοποικιλότητας και διαπίστωσαν τους κινδύνους που διατρέχει σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Μελέτησαν τα απειλούμενα είδη της Ελλάδας και του εξωτερικού και απόκτησαν ενδιαφέρον και διάθεση να τα προστατέψουν. Αντιλήφθηκαν τις συνέπειες των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο φυσικό περιβάλλον και έφτιαξαν βιβλία με τις ταυτότητες των κυριότερων απειλούμενων ειδών στη χώρα μας, αλλά και παγκοσμίως.
Τα αποτελέσματα του προγράμματος ήταν ενθαρρυντικά και ελπίζουμε να οδηγήσουν σε θετικότερες συμπεριφορές και στάσεις απέναντι στη φύση και την άγρια ζωή.
1ο Δημ. Σχολείο Χώρας Νάξου
E’ τάξη
περιβαλλοντικό πρόγραμμα
«Απειλούμενα Είδη στην Ελλάδα»
επιστημονικό όνομα
|
Cervus elaphus
|
κοινό όνομα
|
κόκκινο ελάφι
|
περιγραφή
|
Το αρσενικό έχει κέρατα που απορρίπτονται κάθε χρόνο (κλαδοκέρατα). Και τα δύο φύλα φέρουν μια φαιοκίτρινη κηλίδα γύρω από την ουρά (κάτοπτρο).
|
βάρος
|
αρσενικό 75-340 κιλά, θηλυκό 56-254 κιλά
|
τροφή
|
Θεωρείται «μεικτός βοσκητής», τρέφεται δηλαδή τόσο με κλαδιά και φύλλα δέντρων όσο και με διάφορες πόες.
|
βιότοπος
|
Τα ελάφια στην Ελλάδα είναι κατά κύριο λόγο δασόβια.
|
προσδόκιμο ζωής
|
Έως 27 χρόνια, αν και τα περισσότερα ζώα ζουν λιγότερο από 15 χρόνια.
|
κύριες απειλές
|
λαθραίο κυνήγι, απώλεια βιότοπων, κίνδυνος από αδέσποτα σκυλιά στην περιοχή του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας.
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Ο πιο ακμαίος πληθυσμός βρίσκεται στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας. Μικρός πληθυσμός υπάρχει και στη Ροδόπη, κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία.
|
επιστημονικό όνομα
|
Canis aureus
|
κοινό όνομα
|
τσακάλι (χρυσό)
|
περιγραφή
|
Έχει μήκος 1 μ. και ύψος 40 εκ. Στην περιοχή του λαιμού και στο κεφάλι, το κόκκινο, το καφέ, το χρυσό
και το αργυρό χρώμα φαίνεται να είναι τα κυρίαρχα.
|
τροφή
|
Τα τσακάλια είναι εν μέρει φυτοφάγα και τρέφονται με φρούτα και μούρα. Κατά τα άλλα, η δίαιτά τους αποτελείται από ψοφίμια και μικρά ζώα, όπως αμφίβια, βατράχια, ψάρια, ποντίκια, κουνέλια, έντομα και πουλιά, ενώ αναμφισβήτητα επιτίθενται καμιά φορά και σε πρόβατα.
|
βιότοπος
|
Στην Ελλάδα απαντάται στα χαμηλά υψόμετρα, κοντά
σε καλλιέργειες, στην παραλιακή ζώνη ή, ακόμα, κοντά
σε σημεία με νερό.
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή βιότοπου και θήρευση
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Περιορίζονται σε απομονωμένους πληθυσμούς στην Ανατ. Μακεδονία, τη Θράκη, τη Χαλκιδική, την παραλιακή ζώνη της Φωκίδας, την Πελοπόννησο, τη Σάμο, και με μικρές ομάδες στην Κερκίνη και στον Αξιό.
|
επιστημονικό όνομα
|
Delphinus delphis
|
κοινό όνομα
|
κοινό δελφίνι
|
περιγραφή
|
Το
μπροστινό μέρος του σώματός του έχει συνήθως ανοιχτό υπόλευκο χρώμα, ενώ το πίσω
μέρος ανοιχτό γκρι. Το ρύγχος του είναι λεπτό και μακρύ.
|
βάρος
|
70-135
κιλά
|
τροφή
|
ψάρια και κεφαλόποδα (χταπόδια, καλαμάρια, σουπιές)
|
κύριες απειλές
|
θαλάσσια ρύπανση, τυχαία σύλληψή του σε αλιευτικά εργαλεία, σκόπιμη
σύλληψη και εσκεμμένη θανάτωσή του, υποβάθμιση της
παράκτιας ζώνης, υπεραλίευση
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Οι
ελληνικές θάλασσες στηρίζουν τους σημαντικότερους εναπομείναντες πληθυσμούς. Το κοινό
δελφίνι ζει
στον Σαρωνικό και τον
Κορινθιακό κόλπο, στις Βόρειες Σποράδες,
στα Δωδεκάνησα και στο
Ανατ. Αιγαίο.
|
επιστημονικό όνομα
|
Caretta caretta
|
κοινό όνομα
|
θαλάσσια χελώνα
|
περιγραφή
|
Ζυγίζει κατά μέσο όρο 90 κιλά και το μήκος της φτάνει
το 1 μέτρο. Το καβούκι της αποτελείται από αρκετά οστά
και περικλείει
σαν πανοπλία
τα μαλακά
ζωτικά όργανα.
|
τροφή
|
οστρακοειδή, τσούχτρες, αχινοί, καβούρια, σφουγγάρια, θαλάσσια φυτά ή
φύκια
|
βιότοπος
|
Ζει στη θάλασσα, αλλά, επειδή έχει πνεύμονες, βγαίνει
συχνά στην επιφάνεια της θάλασσας για να
αναπνεύσει
και στις αμμώδεις παραλίες για να γεννήσει.
|
προσδόκιμο ζωής
|
περίπου 80 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή βιότοπων αναπαραγωγής, παγίδευση
σε αλιευτικά εργαλεία, τουριστική ανάπτυξη στις παραλίες ωοτοκίας, έντονος φωτισμός, θόρυβος
καθώς
και ανθρώπινες δραστηριότητες στον θαλάσσιο χώρο
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Ζάκυνθος (κόλπος Λαγανά), Πελοπόννησος (κόλπος Κυπαρισσίας
και Λακωνικός κόλπος, περιοχή
Κορώνης)
και Κρήτη (Ρέθυμνο, κόλποι Χανίων και Μεσσαράς)
|
επιστημονικό όνομα
|
Monachus monachus
|
κοινό όνομα
|
μεσογειακή
φώκια
|
περιγραφή
|
Το μήκος του ενήλικου ατόμου μπορεί να φτάσει τα 2,5 μ. και το βάρος του, τα 300 κιλά. Έχει γκρίζο ή καφετί τρίχωμα, με πιο ανοιχτόχρωμη κοιλιά.
|
τροφή
|
ψάρια και κεφαλόποδα (χταπόδια, καλαμάρια, σουπιές)
|
προσδόκιμο ζωής
|
περίπου 40 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή
των βιότοπων, σκόπιμη
θανάτωση, τουριστική ανάπτυξη, ρύπανση από βιομηχανικά
απόβλητα και προϊόντα πετρελαίου, υπεραλίευση και παράνομη αλιεία
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Οι πιο
πολλές φώκιες βρίσκονται στις νοτιοδυτικές Κυκλάδες, στις Βόρειες Σποράδες, στα
Δωδεκάνησα και στα νησιά
του Ιονίου.
|
επιστημονικό όνομα
|
Ursus arctos
|
κοινό όνομα
|
καφέ αρκούδα
|
περιγραφή
|
Το χρώμα του τριχώματος ποικίλλει σε
διάφορες αποχρώσεις
του καφέ. Το ύψος του
ενήλικου ατόμου φτάνει τα 1,10 μ.
|
βάρος
|
αρσενικό 110-250 κιλά, θηλυκό 70-120 κιλά
|
τροφή
|
Αν και είναι παμφάγο ζώο, δείχνει σαφή προτίμηση στις
φυτικές τροφές,
ιδιαίτερα στα άγρια
φρούτα, τις ρίζες και τα μανιτάρια. Επίσης, της αρέσει πολύ το μέλι. Η διατροφή της
περιλαμβάνει ακόμα έντομα, αμφίβια
και ζώα που εκτρέφει ο άνθρωπος. |
βιότοπος
|
δάση οξιάς, δρυός, μαυρόπευκου και ελάτης, σε υψόμετρο 800-2000μ.
|
προσδόκιμο ζωής
|
20-25 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
παράνομο κυνήγι και καταστροφή βιότοπων
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Υπάρχουν γύρω στις 150 καφέ αρκούδες, οι οποίες σχηματίζουν δύο μικρούς πληθυσμούς στις πιο
απόμερες περιοχές της οροσειράς της Πίνδου και της Ροδόπης.
|
επιστημονικό όνομα
|
Rupicapra rupicapra balcanica
|
κοινό όνομα
|
αγριόγιδο
|
περιγραφή
|
Το χειμώνα το τρίχωμά του είναι σκούρο καφέ, σχεδόν μαύρο, ενώ το καλοκαίρι είναι ανοιχτόχρωμο.
Στο κεφάλι φέρει
λωρίδες σκουρόχρωμες, που ξεκινούν από τα κέρατα και φτάνουν στα ρουθούνια του. Και τα δύο φύλα έχουν κέρατα, σχεδόν ισομεγέθη, όρθια και γυριστά
προς τα πίσω, σαν αγκίστρια.
|
βάρος
|
28-45 κιλά
|
τροφή
|
Τρέφεται με πόες, ενώ το χειμώνα συμπληρώνει τη διατροφή
του με φύλλα, βελόνες κωνοφόρων, μπουμπούκια, κλαδάκια και λειχήνες.
|
βιότοπος
|
οι απότομες δασωμένες πλαγιές, που καταλήγουν σε κορφές απόκρημνες
|
προσδόκιμο ζωής
|
15-20 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
παράνομο κυνήγι, διάνοιξη δασικών δρόμων και ανύπαρκτη φύλαξη των βιότοπων
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν 15 μικροί πληθυσμοί
διάσπαρτοι στη Β. και Ν. Πίνδο, στον Όλυμπο, στη Ρούμελη και τη Ροδόπη.
|
επιστημονικό όνομα
|
Canis lupus
|
κοινό όνομα
|
γκρίζος λύκος
|
περιγραφή
|
Το χρώμα του είναι καφέ, με γκρίζα ράχη. Έχει ψηλά
πόδια
και φαρδιά πέλματα, στραμμένα
προς τα έξω.
Το κρανίο του είναι μεγάλο σε σχέση με το σώμα του. Διαθέτει 42 δόντια
και μεγάλους κυνόδοντες. Η όσφρηση είναι η κυριότερη αίσθησή του.
|
βάρος
|
αρσενικό 28-45 κιλά, θηλυκό 25-35 κιλά
|
τροφή
|
Τρώει κυρίως άγρια φυτοφάγα ζώα (ελάφι, ζαρκάδι,
αγριογούρουνο, αγριόγιδο), μικρά θηλαστικά και ζώα που εκτρέφει ο άνθρωπος (πρόβατα, γίδια),
αλλά και φρούτα, όπως
σταφύλια, μούρα και σύκα.
|
βιότοπος
|
Προτιμά τα μεγάλα πυκνά δάση, σε μεσαία έως μεγάλα
υψόμετρα. Μερικές φορές, όμως, κατεβαίνει και σε πεδινές περιοχές.
|
προσδόκιμο ζωής
|
8-16 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή βιότοπων, παράνομο κυνήγι, παράνομη κράτησή του από ιδιώτες
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Στην Ελλάδα η εξάπλωσή του εκτείνεται σε όλο σχεδόν
το ηπειρωτικό ανάγλυφο της χώρας, βόρεια της Βοιωτίας.
|
επιστημονικό όνομα
|
Lutra lutra
|
κοινό όνομα
|
βίδρα
|
περιγραφή
|
Έχει λεπτό σώμα
και παχιά, δυνατή ουρά, που
χρησιμοποιεί στο νερό σαν προπέλα. Το τρίχωμά της είναι κοντό, πυκνό και
αδιάβροχο.
|
βάρος
|
5-12 κιλά
|
τροφή
|
ψάρια, αλλά και αμφίβια, ερπετά (νερόφιδα), πτηνά, ασπόνδυλα (καβούρια, αστακοί)
και μικρά θηλαστικά
|
βιότοπος
|
Προτιμά τα γλυκά νερά, τους καλαμιώνες
και τις βραχώδεις
ακτές ποταμών και λιμνών.
|
κύριες απειλές
|
θήρευση, ρύπανση υδάτων, αποξήρανση υγρότοπων και τα
υδροηλεκτρικά φράγματα
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Η εξάπλωσή της εκτείνεται στους ποταμούς Έβρο, Αλιάκμονα,
Νέστο, Άραχθο,
Αχέροντα, Πηνειό,
και στις
λίμνες Πρέσπες,
Παμβώτιδα και
Τριχωνίδα.
|
επιστημονικό όνομα
|
Meles meles
|
κοινό όνομα
|
ασβός
|
περιγραφή
|
Χαρακτηριστική είναι η γούνα του, με
πυκνό τρίχωμα σε
καφετιά απόχρωση. Στο κεφάλι του φέρει μια χαρακτηριστική λευκή ταινία, η οποία
ξεκινά από τη
μύτη και καταλήγει
στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Ως όπλο έχει την αποβολή εκκρίσεων με πολύ άσχημη μυρωδιά, που
απομακρύνει
τον εχθρό του.
|
βάρος
|
15 κιλά
|
τροφή
|
Τρέφεται με έντομα, φίδια, αρουραίους, λαγούς, πέρδικες,
βατράχια, αλλά και φρούτα ή ρίζες, ενώ του αρέσει ιδιαίτερα
και το μέλι.
|
βιότοπος
|
Ζει κατά προτίμηση σε πυκνά δάση. Κατασκευάζει τη φωλιά
του σε απόκρημνα σημεία, ανάμεσα σε βράχους. Η φωλιά είναι πάντοτε υπόγεια, σε σχετικά μεγάλο βάθος, και οδηγεί
σε
θάλαμο διαμονής, τον οποίο διατηρεί καθαρότατο.
|
προσδόκιμο ζωής
|
περίπου 12 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
Κινδυνεύει από την πείνα ή από ασθένειες.
|
επιστημονικό όνομα
|
Erinaceus concolor
|
κοινό όνομα
|
σκαντζόχοιρος
|
περιγραφή
|
Ο λαιμός, η μουσούδα και η κοιλιά του καλύπτονται από μαλακές τρίχες, με
χρώμα
κιτρινωπό ή λευκό. Τα πόδια του έχουν δάχτυλα που καταλήγουν σε νύχια
δυνατά
και γαμψά.
|
μήκος
|
18-25 εκατοστά
|
τροφή
|
Τρώει έντομα, σαλιγκάρια, βατράχια,
αυγά, φίδια, μανιτάρια, χόρτα, ρίζες, μούρα, πεπόνια και
καρπούζια.
|
βιότοπος
|
Ζει σε ανοιχτές εκτάσεις, φρυγανότοπους ή θαμνότοπους, χέρσα
και καλλιεργούμενα χωράφια, από το επίπεδο
της θάλασσας έως την ορεινή
χώρα.
|
προσδόκιμο ζωής
|
μέχρι 10 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
κουκουβάγιες, νυφίτσες, σκύλοι, φίδια, αλεπούδες, λύκοι,
καθώς επίσης η οδική κυκλοφορία και τα εντομοκτόνα
|
επιστημονικό όνομα
|
Bubo bubo
|
κοινό όνομα
|
μπούφος
|
περιγραφή
|
Το σώμα του σκεπάζεται με πυκνά φτερά, σε χρώμα
σκούρο σταχτί, με κόκκινες κηλίδες και καστανοκόκκινες αποχρώσεις. Το κεφάλι του είναι μικρό και
έχει δυο σταχτόμαυρα φτερωτά
λοφία, που μοιάζουν σαν αυτιά. Το ράμφος του είναι δυνατό και λίγο γαμψό στην
άκρη.
|
μήκος
|
50-60 εκατοστά
|
τροφή
|
Τρέφεται με ποντίκια, λαγούς, σκαντζόχοιρους, πάπιες,
θαλασσοπούλια, πέρδικες, κοράκια, ερπετά, βατράχια και ψάρια.
|
βιότοπος
|
Ζει σε μεγάλη ποικιλία βιότοπων σε όλη την ελληνική επικράτεια
και σε υψόμετρο από το επίπεδο της θάλασσας έως και την αλπική ζώνη. Φωλιάζει
συνήθως σε μικρές σπηλιές σε βράχια, αλλά και σε κουφάλες παλιών δέντρων.
Προτιμά κοντά στην περιοχή φωλιάσματος να υπάρχει πυκνή βλάστηση.
|
κύριες απειλές
|
Συχνά πέφτει θύμα ηλεκτροπληξίας, τροχαίων ατυχημάτων και πυροβολισμών.
|
επιστημονικό όνομα
|
Pelecanus crispus
|
κοινό όνομα
|
αργυροπελεκάνος
|
περιγραφή
|
Το χρώμα του φτερώματός του είναι σταχτί, ενώ το ράμφος του
φέρει στο κάτω
μέρος ένα σάκο κίτρινου χρώματος, που διαστέλλεται, και τα δάχτυλά του είναι ενωμένα μεταξύ τους με μεμβράνη.
|
ύψος
|
1,20 μέτρα
|
τροφή
|
ψάρια
|
βιότοπος
|
Χτίζει τη φωλιά του με χόρτα και κλαδιά σε απομονωμένες
νησίδες και σε δύσβατους καλαμιώνες.
|
κύριες απειλές
|
Η ενόχληση που προκαλείται από τον άνθρωπο, είτε σκόπιμα
–από επισκέπτες
που πηγαίνουν στα
νησάκια αναπαραγωγής των πουλιών για να τα δουν ή να τα φωτογραφήσουν– είτε από αμέλεια κατά τη διέλευση πλωτών μέσων.
|
πληθυσμοί στην Ελλάδα
|
Στην Ελλάδα, αργυροπελεκάνοι φωλιάζουν στη Μικρή Πρέσπα, στον Αμβρακικό κόλπο και στη λίμνη Κερκίνη.
|
σχολικό έτος 2011-12
1ο Δημ.
Σχολείο Χώρας Νάξου
Στ’ τάξη
περιβαλλοντικό πρόγραμμα
«Απειλούμενα Είδη σε Όλο τον Κόσμο»
επιστημονικό όνομα
|
Cylindricus Dendrogyra
|
κοινό όνομα
|
κοράλλι
|
περιγραφή
|
Υδρόβιος οργανισμός, που έχει
τη δυνατότητα σχηματισμού ενός συμπαγούς εξωτερικού σκελετού, ο οποίος συνήθως
είναι ασβεστολιθικός. Ειδικότερα, κοράλλια ονομάζονται τα ανθόζωα που έχουν τη μορφή μικρών πολυπόδων (μονάδων ζωής που μοιάζουν με θαλάσσιες ανεμώνες) και
σχηματίζουν αποικίες αποτελούμενες από πολλές τέτοιες
μονάδες. Ως οργανισμοί είναι από τους παλαιότερους που υπάρχουν
στον πλανήτη μας.
|
βάρος
|
μέχρι 2,6 κιλά
|
τροφή
|
μικροσκοπικά φύκια, πλαγκτόν
|
βιότοπος
|
τροπικές περιοχές, όπου η
θερμοκρασία του νερού δεν πέφτει
ποτέ κάτω από τους 18 βαθμούς Κελσίου
|
προσδόκιμο ζωής
|
περίπου 2.700 χρόνια τα
χρυσά κοράλλια και 4.200 χρόνια τα μαύρα κοράλλια
|
κύριες απειλές
|
ψάρεμα, ρύπανση, τουρίστες, εξαφάνιση
μικροσκοπικών φυκιών (δηλαδή, της τροφής τους)
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Αυστραλία, Ατλαντικός Ωκεανός, Σκωτία,
Αλάσκα
|
επιστημονικό όνομα
|
Vultur gryphus
|
κοινό όνομα
|
κόνδορας των Άνδεων
|
περιγραφή
|
Μοιάζει πολύ με τους γύπες της Ευρώπης και έχει ύψος πολύ περισσότερο από 1 μ., ενώ το
άνοιγμα των φτερών του ξεπερνά τα 3 μ. Έχει μαύρο και
γυαλιστερό φτέρωμα. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι μια πλατιά άσπρη λωρίδα στα φτερά και τα άσπρα πούπουλα στην αρχή
του λαιμού. Ο λαιμός και το κεφάλι του, που είναι γυμνά, έχουν σταχτί-ροζ χρώμα, ενώ το λειρί και τα «μάγουλά» του είναι κόκκινα. Ο
αρσενικός κόνδορας ξεχωρίζει
από το θηλυκό από μια τούφα σκληρές τρίχες που
έχει πάνω στο κεφάλι. Το ράμφος του είναι δυνατό, κυρτό
και κοφτερό. Μπορεί να πετά σε πολύ μεγάλο ύψος, χάρη στη δύναμη και στο μεγάλο άνοιγμα των φτερών του.
|
βάρος
|
11-15 κιλά
|
τροφή
|
πτώματα θηλαστικών ζώων και ετοιμοθάνατα ζώα
|
βιότοπος
|
Προτιμά σχετικά ανοιχτές, μη δασικές εκτάσεις, οι οποίες του επιτρέπουν να εντοπίζει πτώματα από τον αέρα,
και βραχώδεις, ορεινές περιοχές γενικά.
|
προσδόκιμο ζωής
|
περισσότερο από 100
χρόνια
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή των
βιότοπων και δηλητηρίαση δευτερογενής από τα
θύματα των κυνηγών
|
πληθυσμοί
στον κόσμο
|
Άνδεις, ακτές του Ειρηνικού
ωκεανού, Δυτική και
Νότια Αμερική
|
επιστημονικό όνομα
|
Balaeniceps rex
|
κοινό όνομα
| φαλαινοκέφαλος |
περιγραφή
|
Πολύ μεγάλο πουλί, με μεγάλο ράμφος και
μοβ-μπλε φτέρωμα.
Το ενήλικο μπορεί να φτάσει τα 150 εκ. ύψος, τα 140 εκ. μήκος και τα
260 εκ. απόσταση από το ένα φτερό στο άλλο.
|
βάρος
|
4-7 κιλά
|
τροφή
|
ψάρια, αμφίβια
|
βιότοπος
|
υγρότοποι, μεγάλα
έλη παπύρων
στην Ανατολική και Νότια Αφρική
|
προσδόκιμο ζωής
|
19-20 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή του
βιότοπου, διατάραξη και κυνήγι
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Η πλειονότητα βρίσκεται
στο Σουδάν.
|
επιστημονικό όνομα
|
Okapia johnstoni
|
κοινό όνομα
|
οκάπι
|
περιγραφή
|
Το οκάπι είναι ένα είδος καμηλοπάρδαλης. Έχει ρίγες σαν ζέβρα, ενώ το κεφάλι και ο
λαιμός του μοιάζουν με αλόγου.
|
βάρος
|
μέχρι 250 κιλά
|
τροφή
|
φυτοφάγο
|
βιότοπος
|
τροπικά δάση της Αφρικής
|
προσδόκιμο ζωής
|
30 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή δασών και ένοπλες συγκρούσεις
που συγκλονίζουν την προστατευόμενη περιοχή
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Υπάρχουν 154 δείγματα οκάπι σε ζωολογικούς κήπους σε τέσσερις ηπείρους, τα
περισσότερα
στη Βόρεια Αμερική
και την Ευρώπη, δύο δείγματα
στη Νότια Αφρική και επτά δείγματα
στην Ιαπωνία.
|
επιστημονικό όνομα
|
Urogallus Tetrao
|
κοινό όνομα
|
αγριόκουρκος
|
περιγραφή
|
Το μεγαλύτερο μέλος της οικογένειας των αγριόγαλων. Το αρσενικό είναι πολύ μεγαλύτερο και φτάνει τα 90-95 εκ., ο δε χρωματισμός του είναι έντονος. Τα πούπουλα είναι από γκρι σκοτεινό μέχρι σκούρο καφέ, ενώ τα φτερά και το στήθος, κυρίως σκούρο μεταλλικό πράσινο, που τα κάνει να λάμπουν.
Στην κοιλιά το χρώμα ποικίλλει, από λευκό μέχρι μαύρο. Το θηλυκό είναι πολύ
μικρότερο (65-70 εκ.). Τα φτερά της στο πάνω μέρος είναι καφετιά, με μαύρο και ασημί, ενώ στο εσωτερικό είναι πιο φωτεινά, με έντονες αποχρώσεις προς το κίτρινο, έτσι ώστε να έχει σχεδόν απόλυτη κάλυψη. Και τα δύο φύλα φέρουν ένα άσπρο σημείο στο τόξο των φτερών. Τα πόδια τους είναι
καλυμμένα με φτερά, ώστε να τους παρέχουν την κατάλληλη προστασία στις δύσκολες καιρικές συνθήκες. Επίσης, φέρουν στα πόδια μικρές σκληρές προεκτάσεις, σαν καρφιά, που αφήνουν στο χιόνι ένα χαρακτηριστικό χνάρι και δίνουν τη δυνατότητα εύκολης αναγνώρισης του φύλου.
|
βάρος
|
αρσενικό 4-5 κιλά, θηλυκό
περίπου τα μισά
|
τροφή
|
Τρώει σκουλήκια, πεταλούδες, σαλιγκάρια, σκαθάρια, ακρίδες,
βολβούς, φύλλα, μούρα και άλλους άγριους καρπούς, το δε χειμώνα επιζεί χάρη στις
βελόνες
των κωνοφόρων.
|
βιότοπος
|
δάση εύκρατων περιοχών, δάση από τάιγκα
|
προσδόκιμο ζωής
|
26-46 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
υποβάθμιση φυσικού
περιβάλλοντος και υλοτομία
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Βόρεια Ευρώπη, Δυτική και Κεντρική
Ασία
|
επιστημονικό όνομα
|
Delphinapterus leucas
|
κοινό όνομα
|
μπελούγκα
|
περιγραφή
|
3-4 μ. μήκος, με λευκό ή υπόλευκο-γκρι
χρώμα, στρογγυλό και εύπλαστο κεφάλι με 34-40 δόντια
και ικανότητα βύθισης για 20
λεπτά
|
βάρος
|
αρσενικό 1100-1600 γραμμ.,
θηλυκό 700-1200 γραμμ.
|
τροφή
|
ψαράκια, κεφαλόποδα (καλαμάρια, χταπόδια)
και καρκινοειδή (καβούρια και γαρίδες)
|
βιότοπος
|
πολικές περιοχές
|
προσδόκιμο ζωής
|
περίπου 80
χρόνια
|
κύριες απειλές
|
μόλυνση, λαθροθηρία
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Καναδική Αρκτική Θάλασσα
|
επιστημονικό όνομα
|
Dendrobates azureus
|
κοινό όνομα
|
δενδροβάτης
|
περιγραφή
|
Δηλητηριώδης βάτραχος, με μπλε δέρμα και σκούρα σημεία στο
στομάχι, διαφορετικά στον καθένα. Έχει τέσσερα δάχτυλα σε κάθε πόδι. Τα θηλυκά είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος, αλλά έχουν μικρότερα δάχτυλα από τα αρσενικά.
|
βάρος
|
μέχρι 8 γραμμάρια
|
τροφή
|
έντομα, αρθρόποδα
|
βιότοπος
|
τροπικά δάση
|
προσδόκιμο ζωής
|
4-6 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
καταστροφή περιβάλλοντος,
ρύπανση, υλοτομία, αλόγιστη γεωργία
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Κεντρική και Νότια Αμερική
|
επιστημονικό όνομα
|
Pteropus poliocephalus
|
κοινό όνομα
|
ιπτάμενη αλεπού
|
περιγραφή
|
Είναι νυχτόβιο ζώο. Η όσφρηση και η όρασή της είναι πολύ καλά ανεπτυγμένες. Το τρίχωμά της είναι μακρύ και έχει μεταξένια υφή. Το
κεφάλι της μοιάζει με αυτό της κοινής αλεπούς, εξαιτίας των μικρών αυτιών και
των μεγάλων ματιών. Τα
δάχτυλά της έχουν αιχμηρά,
καμπυλωτά νύχια.
|
βάρος
|
μέχρι 1,5 κιλό
|
τροφή
|
νέκταρ, άνθη, γύρη, φρούτα
|
βιότοπος
|
τροπικές και
υποτροπικές περιοχές και νησιά
|
προσδόκιμο ζωής
|
μέχρι 30 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
Υπερκατανάλωση, νόμιμα και παράνομα,
αφού το κρέας
τους θεωρείται
εκλεκτή λιχουδιά.
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Ασία, Ινδονησία, Αυστραλία, νησιά
ανατολικής Αφρικής, απομακρυσμένα νησιά στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό.
|
επιστημονικό όνομα
|
Komodo Dragon
|
κοινό όνομα
|
δράκος του Κομόντο
|
περιγραφή
|
Η μεγαλύτερη ζωντανή σαύρα του κόσμου. Μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 3 μ. και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος. Διαθέτει περίπου 60 μικρά και αιχμηρά δόντια. Το σάλιο του περιέχει περισσότερα από 50 διαφορετικά είδη βακτηριδίων και είναι θανατηφόρο. Δεν μπορεί να τρέξει γρήγορα, οπότε φτύνει το δηλητηριώδες σάλιο του κατά μήκος 10 μ. (!) προς την πιθανή λεία, συνήθως όταν αυτή είναι παγιδευμένη μέσα σ’ ένα λαγούμι. Ο δράκος απλώς περιμένει το θάνατο της λείας του, αντί να σπαταλά
ενέργεια κυνηγώντας την. Επίσης, ούτε ακούει ούτε βλέπει καλά.
|
βάρος
|
μέχρι 140 κιλά
|
τροφή
|
Καταβροχθίζει κυριολεκτικά οποιοδήποτε
έμβιο ον, ακόμα και ανθρώπους. Εξαιτίας του αργού μεταβολισμού του, μπορεί να επιζήσει με μόνο 12 «γεύματα»
το χρόνο.
|
βιότοπος
|
Ινδονησία
|
προσδόκιμο ζωής
|
μέχρι και 50 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
ρύπανση, αποψίλωση δασών, κυνήγι
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Τον συναντάμε στα νησιά Κομόντο, Ρίνκα, Φλόρες, Γκίλι Μοτάνγκ και Γκίλι Ντασάμι.
|
επιστημονικό όνομα
|
Mandrillus sphinx
|
κοινό όνομα
|
μανδρίλος
|
περιγραφή
|
Το σώμα του, μήκους περίπου 1 μ. μαζί με
την πολύ κοντή ουρά, είναι εύρωστο και φέρει μακριά, ισχυρά άκρα. Το πυκνό
του τρίχωμα είναι πράσινο-λαδί
στο σώμα, κίτρινο στο λαιμό και το μούσι, ενώ φέρει
κόκκινες κηλίδες πάνω από τα μάτια. Το κεφάλι του είναι μεγάλο και το πρόσωπό
του προεξέχει.
Οι αρσενικοί έχουν φωτεινή κόκκινη μύτη και λαμπερές
δερμάτινες πτυχές στα
«μάγουλα».
|
βάρος
|
μέχρι 60 κιλά
|
τροφή
|
Τρέφεται με ποικιλία τροφών, η οποία περιλαμβάνει
καρπούς, σπόρους, μανιτάρια, ρίζες, έντομα, σκουλήκια, σαύρες, ορισμένες
φορές φίδια και άλλα μικρά σπονδυλόζωα.
|
βιότοπος
|
δάση με άγριες ορεινές περιοχές
|
προσδόκιμο ζωής
|
31-46 χρόνια
|
κύριες απειλές
|
λαθροκυνηγοί για το κρέας του και αποψίλωση δασών
|
πληθυσμοί στον κόσμο
|
Ζει στην Αφρική, στα δάση που εκτείνονται
από τη Δημοκρατία του Κονγκό μέχρι τη Σενεγάλη.
|